Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Τρίτη 7 Μαρτίου 2017

Οκτωβριανή Επανάσταση. Το πέρασμα των μαζών στο προσκήνιο της ιστορίας

του Βασίλη Σαμαρά

Δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία αρ. φυλ. 348, στις 15-11-97

Δημοσιεύουμε αποσπάσματα από την τοποθέτηση του σ. Βασίλη Σαμαρά στο τριήμερο των εκδηλώσεων για τα 80 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση, που οργάνωσαν τα περιοδικά «Ουτοπία», «Θέσεις», «Πολίτης».

Θα θέλαμε να ξεκινήσουμε μ’ αυτά που συμβαίνουν σήμερα. Πολλοί είναι αυτοί που δυσαρεστούνται από την κατάσταση όπως διαμορφώνεται. Πολλοί είναι επίσης αυτοί που της εναντιώνονται. Κάποιοι μιλούν για περίοδο βαρβαρότητας. Θα συμφωνήσουμε μαζί τους.


Αυτό που παρατηρούμε είναι μια επιχείρηση εξανδραποδισμού της μεγάλης πλειοψηφίας των κατοίκων αυτού του πλανήτη από μια αδίστακτη μειοψηφία.
Διακαής πόθος των καρχαριοειδών του συστήματος είναι η διαμόρφωση και εμπέδωση μιας κατάστασης όπου οι λίγοι θα λυμαίνονται ανεμπόδιστα τον πλούτο που θα παράγουν οι πολλοί. Όπου οι λίγοι θα αποφασίζουν για το πάντα και οι πολλοί απλώς και αγόγγυστα θα εκτελούν.
Όχι, δεν είναι μόνο οι κεφαλαιοκράτες, οι ρατσιστές, οι φασίστες, οι κάθε λογής σκουληκιασμένοι αντιδραστικοί που εμφορούνται από τέτοιες αντιλήψεις. Είναι και οι κάθε λογής «εκσυγχρονιστές» και «κοσμοπολίτες», έως και κάποιοι που μοστράρουν με προοδευτικό μανδύα. Ξύστε λίγο τις απόψεις, τις αντιλήψεις, τη φιλοσοφία τους, και θα δείτε να ξεπροβάλλει ο Φιλισταίος.
Αυτός που αγαναχτεί όταν αντιμετωπίζεται ως ισότιμος με την «απροβλημάτιστη» μάζα. Αυτός που φρικιά στην ιδία -όταν δεν τη βρίσκει λαϊκίστικη- της εξομοίωσής του με εκείνους που δεν έχουν τις δικές του «ανησυχίες». Αυτός που ανατριχιάζει και βρίσκει πέρα για πέρα «σταλινικό» το να μην αντιμετωπίζεται σαν κάτι το ιδιαίτερο και διακεκριμένο.
Αναδεικνύεται εδώ το ερώτημα: Είναι αυτός ο διαχωρισμός και η μοίρα του ανθρώπου; Είναι αυτό το μέλλον του κόσμου;
Η άποψή μας είναι διαφορετική. Άμεσα, αυθόρμητα διακρίνει ο καθένας τον ολοφάνερα ανήθικο χαρακτήρα μιας τέτοιας σχέσης. Σαν παράδειγμα θα αναφέρουμε ότι ο ρατσισμός έχει στον πυρήνα της αντίληψής του αυτόν ακριβώς το διαχωρισμό. Άλλο τόσο είναι άδικος στο βαθμό που στους λίγους με την ελάχιστη προσφορά προσφέρει τα πάντα και σ’ αυτούς που προσφέρουν τα πάντα δίνει από ελάχιστα έως τίποτα.
Ακριβώς επειδή δεν έχει μήτε το ελάχιστο έρεισμα ηθικού χαρακτήρα ή έννοιας δικαίου, οι πιο επιφανείς από τους απολογητές της καταφεύγουν κατά κανόνα σε άλλου τύπου «επιχειρήματα» προσπερνώντας τις «τετριμμένες», καθώς λένε, ηθικολογίες. Μόνο που, απέναντι ακριβώς σ’ αυτές τις απόψεις, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αυτή η σχέση, πέρα απ’ όλα τα άλλα, είναι ταυτόχρονα και αντιπαραγωγική, αντιοικονομική και καταστροφική.


Είναι αυτή στη βάση της οποίας θάβονται χιλιάδες τόνοι προϊόντων, ενώ εκατομμύρια άνθρωποι πεινούν. Κλείνουν χιλιάδες εργοστάσια και επιχειρήσεις ενώ υπάρχουν εκατομμύρια άνεργοι έτοιμοι να παράξουν. Χάνονται εκατομμύρια δημιουργικά ταλέντα, με ασύλληπτη δυνατότητα προσφοράς, για να επιπλεύσει μια μειοψηφία, με κύριο και μοναδικό προσόν την ικανότητα προσαρμογής στα κελεύσματα των κρατούντων. Δεν αξιοποιούνται, όπως λέγεται, αλλά γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης με αποκλειστικό κριτήριο το κέρδος, δηλαδή καταστρέφονται οι πηγές πλούτου του πλανήτη.
Καταστρέφεται η ίδια η φύση, γεγονός που πέρα από τις γνωστές στον καθένα συνέπειες αποτελεί και διαδικασία μεταφοράς ενός τεραστίου οικονομικού κόστους στις επόμενες γενιές.
Ταυτόχρονα μια σχέση αδιέξοδη και επικίνδυνη, στο βαθμό που τη «διέξοδο» στα αδιέξοδά της την αναζητάει στους πολέμους, στο μακέλεμα των λαών, από τον Περσικό μέχρι τη Γιουγκοσλαβία και από τον Καύκασο μέχρι την Αφρική, ενώ και ένας γενικευμένος πυρηνικός πόλεμος βρίσκεται μέσα στη λογική της.
Από την άλλη μεριά, είναι μια σχέση μη αποδεκτή από τη μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων αυτής της γης. Αυταπατάται ή απλώς ψεύδεται αυτός που ισχυρίζεται το αντίθετο.
Αυτός που την προσαρμογή στον υπάρχοντα συσχετισμό την ερμηνεύει σαν συναίνεση, την υποχώρηση στον εκβιασμό σαν συμφωνία, την υποταγή στη βία σαν αποδοχή της.
Πίσω απ' αυτό τα φαινόμενα υπάρχει μια σταθερή και καθολική άρνηση αυτής της κατάστασης αλλά και ένας εσωτερικός πυρήνας μίσους απέναντι στους κρατούντες.
Με άλλα λόγια, αυτή η σχέση βρίσκεται μόνιμα αντιμέτωπη με την αντίθεση της μεγάλης πλειοψηφίας των ανθρώπων. Σαν τέτοια είναι συνεπώς και ανατρέψιμη.
Βεβαίως, το σημερινό τοπίο δεν είναι από κείνα που εμπνέουν τις πιο αισιόδοξες σκέψεις. Αλλά ακόμη και σήμερα μπορεί κανείς να δει τις εκφράσεις αυτής της αντίθεσης να αναδύονται καθημερινά και παντού, να δημιουργούν ρήγματα στην ήρεμη επιφάνεια και να γεννούν εκείνους τους κυματισμούς που αύριο μπορεί να ενωθούν σε καταιγίδα.
Δεν είναι άλλωστε σημερινή ιστορία όλα αυτά. Αυτή η πόλη διεξάγεται εδώ και αιώνες και θα συνεχιστεί για καιρό ακόμα. Ούτως ή άλλως αποτελεί τον καμβά πάνω στον οποίο κινείται η ιστορία, που από τότε που μπορούμε να μιλάμε γι’ αυτή, δεν είναι παρά από τη μια η διαδικασία οικοδόμησης αυτής της σχέσης και από την άλλη η πάλη για την ανατροπή της.
Από τη μια η διαδικασία συσσώρευσης πλούτου, ισχύος, εξουσίας σε μια αλληλοσχέση που οικοδομούσε την κυριαρχία των λίγων πάνω στους πολλούς και από την άλλη η πάλη ενάντια σ’ αυτήν και τις συνέπειές της. Ή, όπως έχει ειπωθεί από τον Μαρξ, η ιστορία δεν είναι παρά η ιστορία της πάλης των τάξεων.
Σ’ αυτή την πάλη, ένας σταθμός, ο μεγαλύτερος, υπήρξε η Οκτωβριανή Επανάσταση. Με τον Οκτώβρη και με την κορύφωση αυτής της πάλης είναι που οι μάζες μπαίνουν ορμητικά στο προσκήνιο της ιστορίας.
Γιατί υπήρξε τέτοιος και πόσο μπορεί αυτό να λέγεται σήμερα, μετά τα όσα έχουν συντελεστεί;
Αλλά πριν φτάσουμε σ’ αυτό τι εννοούμε όταν λέμε κάτι τέτοιο, πώς αντιλαμβανόμαστε την πραγμάτωσή του στην καθημερινή ζωή και πώς εντέλει κατακτιέται; Μια απλή και σύντομη απάντηση θα ήταν αυτή που θα έλεγε το να έχουν λόγο οι μάζες για την τύχη τους, για τα κοινά, να 'ναι αυτές εντέλει που θα αποφασίσουν για την πορεία των πραγμάτων.
Δεν θα διαφωνούσαμε με μια τέτοια άποψη αλλά και δεν μας αρκεί.
Ένας απολογητής του συστήματος λ.χ. θα έλεγε ότι κάτι τέτοιο είναι ήδη πραγματοποιημένο, τουλάχιστον εκεί όπου έχει σταθεροποιηθεί η αστική δημοκρατία, με το καθολικό δικαίωμα ψήφου, τη θεσμοθέτηση των δικαιωμάτων και γενικά των κατακτήσεων της Γαλλικής Επανάστασης. Εμείς βέβαια δεν είμαστε αυτοί που θα αμφισβητήσουμε τη μεγάλη σημασία αυτής της επανάστασης. Αλλά σ’ αυτή τουλάχιστον εδώ τη συζήτηση, δεν αισθανόμαστε την ανάγκη να επιχειρηματολογήσουμε για να αποδείξουμε πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει.
Όλοι λίγο·- πολύ γνωρίζουμε πώς και από ποια κέντρα παίρνονται οι αποφάσεις, ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα μόνο τύποις -και αν- βρίσκονται σε ισχύ, πως το δικαίωμα ψήφου δεν διασφαλίζει παρά ελάχιστα πράγματα. Η σχέση πραγμάτων που υπάρχει εκφράζει την κυρίαρχη άρχουσα τάξη και είναι φυσιολογική η υπεράσπισή της από τους απολογητές της.
Από την άποψη αυτή δεν έχει κανένα νόημα (ή αν έχει είναι αυτό της αναπαραγωγής της ίδιας σχέσης) η εκπόνηση διαφόρων σχεδίων βελτίωσης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας με προτάσεις αναμόρφωσης των θεσμών ή με -επιεικώς αφελείς- προτάσεις προς τα ίδια τα κέντρα των αποφάσεων να μην είναι τόσο… αποφασιστικά.
Πιο κοντά στο αντικείμενο μοιάζει να βρίσκονται αντιλήψεις που αναφέρονται στην αναγκαιότητα τομών, αναδιαρθρώσεων σχέσεων ή και ανατροπών. Μόνο που οι φορείς τους πολλές φορές βιάζονται να απομακρυνθούν από την αλήθεια που προσέγγισαν, ωσάν αυτή να καίει, στο βαθμό που τις όποιες αλλαγές τις βλέπουν να πραγματοποιούνται σε πλαίσιο συνεργασίας των «κοινωνικών δυνάμεων», δηλαδή με τους κυρίαρχους.
Όσο μας αφορά, δεν έχουμε βέβαια να προτείνουμε κάποιο σχέδιο τέλειας αντιπροσωπευτικότητας και άψογης λειτουργίας, ούτε κάποιους «φαεινούς» δρόμους ταχύρρυθμης πραγματοποίησης ανατροπών ή ακόμα τέτοιους που να διασφαλίζουν από τυχόν παρεκκλίσεις.

Από την άποψη αυτή, δεν μας βρίσκουν σύμφωνους οι αντιλήψεις των οποίων οι φορείς από τη μια δείχνουν να κατανοούν το περιεχόμενο της αντίθεσης και από την άλλη χαρακτηρίζονται από την αναζήτηση εκείνου του «σχεδίου» που θα απαντά εξαρχής πλήρως και εφ’ όλης της ύλης. Θα θεωρούσαμε μάλλον σαν τη ριζοσπαστική προέκταση των προηγούμενων αντιλήψεων την εναγώνια αναζήτηση εκείνης της συνταγής στη βάση της οποίας θα πραγματοποιούνταν -υποτίθεται- συνολικά και εφάπαξ η ανατροπή και ταυτόχρονα θα διασφαλιζόταν από κάθε διαστρέβλωση και πισωγύρισμα.
Θα λέγαμε μάλιστα πως μια τέτοια αναζήτηση προσιδιάζει μάλλον σε μια ιδεαλιστική - μεταφυσική αντίληψη των πραγμάτων.
Από κει και πέρα αυτό που νομίζουμε είναι πως πρόκειται καταρχήν για ζήτημα σχέσεων. Σχέσεων που θα πραγματώνονται στο παραγωγικό, κοινωνικό, πολιτιστικό, ιδεολογικό, πολιτικό πεδίο. Σχέσεων που αντανακλούν και εκφράζουν τον εκάστοτε ταξικό συσχετισμό (και στη διεθνή του διάσταση), συσχετισμό που διαμορφώνεται μέσα από αντιπαραθέσεις, συγκρούσεις και ανατροπές και που με τη σειρά του επιδρά στις ειδικότερες εκφράσεις του ζητήματος.
Ανατροπές που είναι δυνατές μόνον και εφόσον οι μάζες προσέρχονται στο στίβο της ταξικής πάλης με δική τους άποψη, πολιτική γραμμή, στόχους αλλά και μέσα (οργανωτικά κ.λπ.) για την κατάκτησή τους, αναδεικνυόμενες έτσι σε ολοκληρωμένο υποκείμενο του γίγνεσθαι.
Και εννοείται ότι όσο ευρύτερες είναι αυτές οι ανατροπές, όσο πιο βαθιές οι τομές που πραγματοποιούνται τόσο πιο σημαντική η επιδράσή της στο συνολικό συσχετισμό.
Όπως λ.χ. με τον Οκτώβρη, που υπήρξε η πιο βαθιά τομή και επέφερε την πιο δραστική ανατροπή στον ταξικό συσχετισμό σε παγκόσμια κλίμακα. Και μπορεί να υπάρξει σαν τέτοιος, επειδή λειτούργησε σαν έκφραση μιας διαφορετικής -σε σχέση με τις κρατούσες- αντίληψης για τα πράγματα, γιατί λειτούργησε σαν έκφραση της πραγματικής θέλησης των μαζών ή ακόμα γιατί λειτούργησε σαν η έκφραση της αντίληψης και της οπτικής του προλεταριάτου στην πιο αναπτυγμένη της μορφή.
Γιατί βέβαια, αυτή ή κάποια άλλη οπτική των πραγμάτων πολύ λιγότερο είναι πρόβλημα λογικής επεξεργασίας, αλά κατά κύριο λόγο συνάρτηση ταξικής φύσεως.
Αν λ.χ. η άποψη τού όλα πάνω καλά ανήκει «φυσιολογικά» στην άρχουσα τάξη, αν η αναβλητικότητα η εναλλασσόμενη με βιασύνη είναι οι δύο όψεις του ίδιου μικροαστικού νομίσματος, η αντίληψη που οδήγησε στον Οκτώβρη συνδέθηκε -όχι τυχαία- με το προλεταριάτο, με την τάξη εκείνη για την οποία η έννοια της ταξικής πάλης δεν είναι κάτι που χρειάζεται να κατανοήσει, αλλά μια σχέση που τη βιώνει καθημερινά, που η συμμετοχή της σ’ αυτήν δεν είναι ζήτημα επιλογής ή «χρήσης», αλλά προέκταση και έκφραση της ταξικής της θέσης.
Την τάξη που -ιστορικά- δεν έχει την πολυτέλεια να περιμένει θαύματα ή να απογοητεύεται και να «αποχωρεί» (από πού δηλαδή να αποχωρήσει και να πάει πού) αλλά απλώς να συνεχίζει.
Ας ξαναγυρίσουμε ωστόσο στο αρχικό ερώτημα. Θα βοηθούσε νομίζουμε να γίνουν περισσότερο κατανοητές οι ανατροπές που συντελέστηκαν τον Οκτώβρη, το νόημα και η σημασία τους, μια -σύντομη έστω- ματιά σ’ αυτό που υπήρχε προηγουμένως. Ποια η σχέση των μαζών με τις αποφάσεις που παίρνονταν για τη ζωή τους και πώς εκφραζόταν αυτό στα ειδικότερα πεδία, αλλά και ποιο το επίπεδο αντιπαράθεσης στην κρατούσα κατάσταση.
Για τους κρατούντες ήταν ούτως ή άλλως αδιανόητο το να 'χουν λόγο για τα τεκταινόμενα οι λαοί, αλλά και ο συσχετισμός που διαμορφωνόταν με βάση το επίπεδο της «άλλης πλευράς» ήταν τέτοιος που τους το επέτρεπε, όχι βέβαια χωρίς προβλήματα.
Αν δούμε κάποιες ειδικότερες μορφές και εκφράσεις του ζητήματος, η εικόνα γίνεται πιο διαφωτιστική.
Απέναντι στην ίδια την έννοια του ανθρώπου: Μόλις στα μέσα του περασμένου αιώνα καταργείται η δουλεία στις ΗΠΑ, η δουλοπαροικία στη Ρωσία, ενώ η Παπική Εκκλησία συνεχίζει για κάμποσο ακόμα να μη θεωρεί ανθρώπινα όντα τους κατοίκους των «νέων χωρών». Ωστόσο η δουλεία συνεχίζει να διατηρείται σε πολλές περιοχές ακόμα του κόσμου, ενώ γενικότερα παραμένει κυρίαρχη η αντίληψη για ανώτερο και κατώτερο είδος ανθρώπων και, φυσικά, εκφράζεται σε όλα τα πεδία της κοινωνικής δραστηριότητας.
Ένα σημαντικό πεδίο έκφρασης αφορά το δικαίωμα ανεξαρτησίας λαών, εθνών και χωρών.
Είμαστε στην περίοδο της αποικιοκρατίας. Το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη αντιμετωπίζεται από την ομάδα των χωρών που έχουν συγκεντρώσει πλούτο και ισχύ σαν περιοχές προς διανομή. μόνο στα σύνορα των χωρών της Β. Αφρικής (θλιβερό απομεινάρι εκείνης της εποχής) να ρίξουμε μια ματιά, θα δούμε ότι ολόκληροι λαοί, πολιτισμοί και χώρες αντιμετωπίζονται απλώς σαν οικόπεδα.
Ως προς το ίδιο το δικαίωμά τους στη ζωή, την ασφάλεια, την ειρήνη, οι λαοί δεν αντιμετωπίζονται σαν τίποτα περισσότερο από αναλώσιμο υλικό, ενίοτε μάλιστα ενοχλητικό και περισσευούμενο. Αυτό μπορεί αν το δει κανείς τόσο στις μαζικές σφαγές των «ιθαγενών» (από τον Λεοπόλδο στο Κονγκό μέχρι την εξολόθρευση των Ινδιάνων στην Αμερική) όσο και στους πολέμους που μετατρέπονταν σε σφαγεία εκατομμυρίων ανθρώπων και των ίδιων των μητροπολιτικών χωρών.
Αν σταθούμε στο ζήτημα της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων κ.λπ. θα τα δούμε να αναιρούνται ακόμα και στις τυπικές τους εκφράσεις (πόσο δε μάλλον στις ουσιαστικές).
Μιλώντας πάντα για τις αναπτυγμένες χώρες, βλέπουμε να μην υφίσταται καν το δικαίωμα της ψήφου, το οποίο ίσχυε μόνο για ορισμένες κατηγορίες πολιτών. «Φυσικά», δεν είχαν δικαίωμα ψήφου οι γυναίκες και κάθε άποψη που διεκδικούσε αυτό το δικαίωμα και γι’ αυτές αντιμετωπιζόταν περίπου ως ύβρις.
Ανάλογη ήταν και η σχέση πραγμάτων και σε μια σειρά άλλα πεδία. Στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων είναι απόλυτη και ανεξέλεγκτη η εξουσία των εργοδοτών και εκφράζεται σε όλες τις ειδικότερες πλευρές του: Στο δικαίωμα πρόσληψης - απόλυσης, αμοιβής, ωρών δουλειάς, ωραρίου, ασφάλειας κ.λπ.
Το έπος του Σικάγου αποτελεί τομή σ’ αυτό το κεφάλαιο, ωστόσο οι εργαζόμενοι στο σύνολο των καπιταλιστικών χωρών έπρεπε να περιμένουν κάποιες δεκαετίες (και κυρίως να μεσολαβήσει ο Οκτώβρης) για να δουν την εφαρμογή των διεκδικήσεων του Σικάγου σε μαζική κλίμακα.
Συνακόλουθα, δεν είχαν κανένα δικαίωμα οι εργαζόμενοι στη διανομή του εισοδήματος, και, ούτε λόγος για το δικαίωμα των παιδιών τους στη μόρφωση (αντίθετα ήταν εκτεταμένη η άγρια εκμετάλλευση ανήλικων παιδιών) ή στην ιατρική περίθαλψη, κοινωνική ασφάλιση κ.λπ.
Από την άλλη μεριά, στο πολιτικό πεδίο, βρίσκονταν υπό συνεχή και άγριο διωγμό τα κόμματα -όταν δεν απαγορευόταν η δράση τους- ή ακόμα και οι απόπειρες συγκρότησης προλεταριακών κομμάτων.

Βεβαίως η πάλη των λαών δε σταματά ποτέ. Το ευρωπαϊκό (και όχι μόνο) προλεταριάτο βρισκόταν στην πρώτη γραμμή των αγώνων, πρόβαλε διεκδικήσεις εμπνεόμενο από τις σοσιαλιστικές ιδέες και εξοπλιζόταν με τις μαρξιστικές αντιλήψεις. Έφτασε μάλιστα, με την εποποιία της Παρισινής Κομμούνας, να θέσει έως και ζήτημα εξουσίας και κοινωνικού συστήματος. Είναι το πρώτο μεγάλο ρήγμα. Ωστόσο ο συνολικός συσχετισμός είναι συντριπτικός και η Κομμούνα οδηγείται στην ήττα.
Το χειρότερο, η Β’ Διεθνής όλο και περισσότερο προσαρμοζόταν στον αρνητικό συσχετισμό, για να ενσωματωθεί τελικά και να υποταχθεί πλήρως στο σύστημα, τόσο ώστε να οδηγηθούν αφοπλισμένοι οι λαοί - και με τις ευλογίες μάλιστα της Β’ Διεθνούς- στο σφαγείο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Υπήρχαν όμως και οι μπολσεβίκοι του Λένιν. Και αυτοί είχαν άλλη άποψη. Αυτή ήταν η σχέση πραγμάτων που ανέτρεψε η Οκτωβριανή Επανάσταση, αποτελώντας την κορυφαία έκφραση του περάσματος των μαζών στο προσκήνιο της ιστορίας.
Το θεμελιώδες επίτευγμα του Οκτώβρη θα λέγαμε ότι είναι το τσάκισμα μιας σειράς ταμπού. Συνέτριψε το προαιώνιο δέος απέναντι στο «αήττητο» των κυρίαρχων. Διέλυσε το ταμπού της εξουσίας. Απέδειξε στην πράξη ότι η εξουσία όχι μόνο μπορεί να κατακτηθεί από τις λαϊκές μάζες, αλλά και πως μπορεί να κρατηθεί, παρά τον εχθρικό περίγυρο, την πίεση, τις επιθέσεις.
Ταυτόχρονα, το πιο πρωτόγνωρο, αυτό που έδειχνε να δίνει πραγματική υπόσταση σε προαιώνιες προσδοκίες, ήταν η οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας, το χτίσιμό της από τους ανθρώπους της δουλειάς και για τους ανθρώπους της δουλειάς.
Αυτοί ήταν οι βασικοί παράγοντες που έδωσαν το σύνθημα για το ορμητικό ξέσπασμα των λαών σε παγκόσμια κλίμακα. Η Οκτωβριανή Επανάσταση μπορεί να χρειάστηκε διεργασίες πολλών χρόνων για να πραγματοποιηθεί, πραγματοποιούμενη όμως συνέτμησε τον «πολιτικό χρόνο», επιταχύνοντας όλες τις διεργασίες.
Στο επίπεδο της συγκρότησης του προλεταριάτου σε «τάξη για τον εαυτό της», όπου οι προλετάριοι της γης δεν διεκδικούσαν πια απλώς περισσότερα, αλλά τα πάντα.
Στο πολιτικό πεδίο, όπου με γοργούς ρυθμούς σε όλες σχεδόν τις χώρες συγκροτούνταν κομμουνιστικά κόμματα κατά το παράδειγμα των μπολσεβίκων.
Ακόμη παραπέρα, με πυρήνα κατά κανόνα προλεταριακές κομμουνιστικές δυνάμεις συγκροτούνταν σε μια σειρά χώρες εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. Οι λαοί ανακάλυπταν ξανά τον εαυτό τους, συγκροτούνταν σε μια τέτοια βάση και μάχονταν για την πραγματοποίηση στόχων που μόλις πριν λίγο φαίνονταν αδιανόητοι. Συνολικά σε παγκόσμια κλίμακα συγκροτούνταν ένα νέο μέτωπο που υπογράμμιζε την ανατροπή του συσχετισμού που είχε συντελεστεί.
Αν τα προηγούμενα πυροδότησαν, ως γεγονότα καθαυτά, την παγκόσμια πυρκαγιά, η οικοδόμηση της νέας, της σοσιαλιστικής κοινωνίας ήταν η εξέλιξη που συνέχισε να κρατάει ψηλά τις θερμοκρασίες.
Έχουμε ωστόσο την άποψη ότι αυτό που οιστρηλατούσε τις εργαζόμενες μάζες ήταν η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Ρωσία, το ορατό και συγκεκριμένο παράδειγμα υλοποίησης των προσδοκιών τους.
Στο ζήτημα αυτό, όπως είναι γνωστό, υπάρχουν κάποιες ενστάσεις. Όσο μας αφορά, θεωρούμε πέρα από κάθε συζήτηση τη αναγκαιότητα μιας τέτοιας κατεύθυνσης. Πέρα από τις όποιες επιφυλάξεις ή και διαφωνίες ιδεολογικού χαρακτήρα, το πολιτικό ζήτημα που είχε τεθεί απαιτούσε άμεση, σαφή και συγκεκριμένη απάντηση, αυτή που δόθηκε από τους μπολσεβίκους και τον Στάλιν. Θα μας ήταν αδιανόητη, ακόμα και με σημερινά κριτήρια και θεωρώντας τις εξελίξεις, οποιαδήποτε άλλη.
Από κει και πέρα, αξίζει να επισημανθούν ορισμένες συγκεκριμένες εκφράσεις που σηματοδότησαν τις νέες σχέσεις των μαζών με τα πράγματα και τις εξελίξεις και, καταρχήν, τη νέα σχέση του προλεταριάτου, των λαϊκών μαζών με το πολιτικό γίγνεσθαι, αλλά και με το ζήτημα της εξουσίας.
Δεν αναφερόμαστε απλά και μόνο στα σοβιέτ ως μορφή (σαν τέτοια υπήρχε έως και πρόσφατα), αλλά στο περιεχόμενο, ακριβώς σ’ αυτή τη νέα σχέση που υλοποιούνταν μέσα από τα σοβιέτ. Στον πραγματικό και αποφασιστικό ρόλο που έπαιζαν οι λαϊκές μάζες, στην αποφασιστική συμμετοχή του προλεταριάτου στην πραγματοποίηση της επανάστασης, στη στήριξή της, στην οικοδόμηση της νέας κοινωνίας.
Αναφερόμαστε ακόμη και στο κρίσιμο ζήτημα της ανάδειξης της ηγετικής τους δύναμης, η οποία γίνεται με τον πιο ουσιαστικό τρόπο, μέσα από το κόσκινο της ταξικής πάλης, καταξιώνεται στο πέρασμά της από το πυρακτωμένο πεδίο της επανάστασης και κατοχυρώνεται με το ρολό της στην καθοδήγηση της νέας πορείας.
Αυτές οι εξελίξεις είναι που θέτουν τον άνθρωπο στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, παραμερίζοντας τις όποιες αστικές «αξίες». Είναι ο κόσμος της δουλείας που έρχεται πια στο προσκήνιο και θέτει τα δικά του κριτήρια και δεδομένα, το προλεταριάτο ως φορέας της επαναστατικής προοπτικής και η εργατοαγροτική συμμαχία βάσης της.
Ήταν νωρίς ακόμη για να τεθεί προς λύση το ζήτημα της αντίθεσης χειρωνακτικής-διανοητικής εργασίας, αυτής, που, όταν λυθεί, θα ενώσει ξανά τους δύο μισούς ανθρώπους που δημιούργησε η ταξική κοινωνία σε έναν ολόκληρο.
Ωστόσο είχε τεθεί μια θεμελιώδης προϋπόθεση: είχε αναδειχτεί η αξία της δουλειάς, του πλέον περιφρονημένου έως τότε σκέλους της αντίφασης και, κατά τη γνώμη μας, του πιο σημαντικού.
Ακριβώς σ' αυτή τη βάση, ο κόσμος της δουλειάς κατακτά λόγο και ρόλο στην οργάνωση της παραγωγής και επιβάλλει κριτήρια στη διανομή του προϊόντος. Παραμερίζεται το κέρδος σαν κυρίαρχο κριτήριο και αναδεικνύεται σαν τέτοιο η «ικανοποίηση των όλο και διευρυνόμενων ανθρωπίνων αναγκών». Καθιερώνεται σαν βασική κατεύθυνση η ισόμετρη ανάπτυξη απέναντι στην τάση συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης.
Πάντα στην ίδια βάση αξιών, καθιερώνεται το οκτάωρο, που στην πορεία γίνεται επτάωρο -σε πολλές επιχειρήσεις και εξάωρο για τις ανθυγιεινές. Απαγορεύεται η παιδική εργασία, αναγνωρίζονται τα δικαιώματα της, γυναίκας, και, πράγμα ανήκουστο για τον «πολιτισμένο» κόσμο, της ανύπαντρης μητέρας. Η υγεία, η παιδεία, η κοινωνική ασφάλεια καθιερώνονται σαν καθολικό δικαίωμα, αναγνωρίζονται τα δικαιώματα των εθνοτήτων, ενισχύονται οι τάσεις ανάπτυξης των ξεχωριστών λαϊκών πολιτισμών κ.λπ.
Αυτή η εισβολή των μαζών στο προσκήνιο της ιστορίας έθεσε, όπως είναι εύλογο, μεγάλα και δυσεπίλυτα προβλήματα για τους μέχρι τότε απόλυτους κυρίαρχους, την αστική τάξη και τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Είχαν αλλά μέτωπα πια να αντιμετωπίσουν, με αλλά πράγματα να λογαριαστούν, πρωτόγνωρα και για τους ίδιους.
Μέσα από περίπλοκες αντιφάσεις και σύνθετες διεργασίες, που δεν είναι δυνατόν να αναλυθούν εδώ, αναδείχτηκαν ατό πλαίσιό τους δυο βασικές κατευθύνσεις αντιμετώπισης. Άμεσα, αυθόρμητα, αυτός της ριζικής, της κατά μέτωπο αντιπαράθεσης. Ο φασισμός, ο ναζισμός. Στην πορεία, και πάλι μέσα από συνθέτες διεργασίες, αναδεικνύεται στην αναδυόμενη μητρόπολη του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ, το Νιου Ντιλ του Ρούσβελτ, μια άλλη οικονομική και κοινωνική πολιτική.
Με τον τρόπο τους και οι δύο τάσεις υπογράμμιζαν τη σχέση τους με τα νέα δεδομένα. Παρ' ότι με σημαντικές διαφορές ως προς τη λογική και την κατεύθυνση, η κοινότητα της αφετηρίας και της αναφοράς τους υπογραμμίζεται και σε σημαντικές τους εκφράσεις.
Τότε είναι -και στα πλαίσιά τους- που γενικεύεται το οκτάωρο, εισάγεται η έννοια της συνολικής απασχόλησης, της προστασίας της δημόσιας υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης, του κράτους-πρόνοιας κ.λπ.
Το γεγονός ότι από μεν τον Χίτλερ εισάγονται ως έκφραση του κράτους-πατέρα, από δε τον Ρούσβελτ σαν έκφραση του κράτους-συνέταιρου έχει τη σημασία του, αλλά δεν αναιρεί στο ελάχιστο το ότι τον καταλυτικό ρόλο για όλες αυτές τις αλλαγές τον έπαιξε η ανατροπή του συσχετισμού που επέφερε η Οκτωβριανή Επανάσταση.
Είμαστε υποχρεωμένοι για λόγους οικονομίας να προσπεράσουμε εδώ αρκετά πράγματα. Γνωρίζουμε όλοι ότι οι καπιταλιστές πέτυχαν μια σημαντική νίκη. Δεν έχουμε την άποψη ότι τον κύριο ρόλο σ’ αυτήν τον έπαιξαν οι δικές τους επιλογές, που οπωσδήποτε είχαν το βάρος και τη σημασία τους. Έχουμε την άποψη ότι τον κύριο ρόλο έπαιξαν οι ανεπάρκειες, οι αδυναμίες και οι παρεκκλίσεις στο στρατόπεδο του σοσιαλισμού.
Δεν θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε εδώ αν αυτές είχαν κυρίως αντικειμενική ή υποκειμενική αφετηρία, καθ’ ότι δε βρίσκουμε ιδιαίτερο νόημα σε κάτι τέτοιο. Οπωσδήποτε δε γίνεται να αγνοήσουμε το δυσμενή συσχετισμό εκείνης της περιόδου, την πίεση που αυτό ασκούσε, την επίδραση αυτής της πίεσης στις επιλογές που γίνονταν, αλλά και στην ανάδειξη ή και ισχυροποίηση τάσεων στο εσωτερικό της Σ.Ε. Νομίζουμε ωστόσο ότι αυτά που είχαν τη μεγαλύτερη σημασία ήταν αυτά που συντελέστηκαν μέσα στη Σ.Ε.
Η πλέον κρίσιμη και αποφασιστικού χαρακτήρα αρνητική εξέλιξη θεωρούμε πως ήταν η -από ένα σημείο και πέρα- βαθμιαία υποχώρηση του ρόλου του προλεταριάτου και των λαϊκών μαζών, τόσο στο πεδίο της παραγωγής και εν γίνει της οικονομίας όσο και σε εκείνο της πολιτικής.
Η αρμοδιότητα της αρμοδιότητας από το προλεταριάτο και τις μάζες περνούσε -με ενδιάμεσο κρίκο το κόμμα- στο κράτος και τους μηχανισμούς του και από το κράτος στην ιντελιγκέντσια.
Μια ιντελιγκέντσια που διαμορφωνόταν σε όλο και πλατύτερη κλίμακα και που βέβαια δε θα μπορούσε να παραμείνει κόκκινη από μόνη της.
Το ζήτημα ήταν ότι με την πάλη ενάντια στην παλιά αστική τάξη για την τελική συντριβή της δημιουργήθηκε ένας εφησυχασμός που δεν άφησε να γίνει αντιληπτό και που οδήγησε στην υποτίμηση του γεγονότος ότι τα στοιχεία μιας Νέας Αστικής Τάξης γεννιόνταν μέσα από τα προβλήματα και τις αντιφάσεις της μεταβατικής κοινωνίας.
Από ένα σημείο και πέρα το προχώρημα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης δεν γινόταν αντιληπτό και δεν αντιμετωπιζόταν σαν ζήτημα κατά κύριο λόγο ταξικής πάλης (γιατί μόνο σαν τέτοιο μπορεί να γίνει αντιληπτό), αλλά σαν πρόβλημα επιλογών και ρυθμίσεων από τα πάνω. Βεβαίως έτσι δε θα μπορούσε να συνεχίσει για πολύ να πηγαίνει μπροστά, και επειδή στασιμότητα δεν υπάρχει, πήγε τελικά πίσω.
Αντίστοιχα και σε σχέση αλληλεπίδρασης ακολούθησαν οι εξελίξεις και στο μέτωπο της ταξικής πάλης στις καπιταλιστικές χώρες, όπου το πάνω χέρι σε μια πορεία το πήραν οι ρεβιζιονιστικές-ρεφορμιστικές δυνάμεις, με τα γνωστά πλέον αρνητικά αποτελέσματα. Το ζήτημα βρίσκεται πλέον στις σημερινές εξελίξεις και στα ζητήματα που αυτές θέτουν. Σίγουρα δεν Σίγουρα δεν είναι εύκολες οι απαντήσεις. Ολοφάνερα η αστική τάξη επιδιώκει την ιστορική της ρεβάνς από το προλεταριάτο και τους λαούς. Μπορεί ωστόσο η αστική τάξη να πραγματοποιήσει τις επιδιώξεις της σε όλο το βάθος και την κλίμακα που θέλει; Αν όχι, τι είναι αυτό που μπορεί να την εμποδίσει;
Κοιτάζοντας τα πράγματα γύρω μας, βλέπουμε μια σύγκρουση που εξελίσσεται σε όλα τα πεδία, ανάμεσα στην αστική τάξη που επιτίθεται και τους λαούς που αντιστέκονται. Βεβαίως και πρόκειται για την ταξική πάλη που πάντα υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει. Από την άλλη, είναι αναμφισβήτητο το γεγονός πως αυτή η πάλη διεξάγεται στα πλαίσια ενός συσχετισμού ήττας για τους λαούς.
Ωστόσο διεξάγεται, και μάλιστα στη βάση μιας γραμμής άμυνας, η οποία έστω και αυθόρμητα αναδεικνύεται και συγκροτείται.
Ποια είναι αυτή η γραμμή άμυνας και ποια τα στοιχεία που τη συγκροτούν; Πολύ περιληπτικά θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι τα δικαιώματα και οι κατακτήσεις των λαϊκών μαζών. Ως προς το ποια είναι, επίσης συνοπτικά θα λέγαμε πως είναι αυτά που κατακτήθηκαν από την πάλη των λαών, με αφετηρία και σημαία τον Οκτώβρη, με κορμό πάλης το προλεταριάτο και οδηγητική δύναμη το κομμουνιστικό κίνημα.
Αυτά που μέσα στην πορεία του χρόνου ενσωματώθηκαν στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων, που τα βίωσαν και τα βιώνουν σαν συστατικό της πλέον στοιχείο, ακόμα και όταν, ακόμα και εκείνοι που δεν γνωρίζουν δεν συνειδητοποιούν τη σχέση μέσα από την οποία αυτά τα δικαιώματα κατακτήθηκαν και υπήρξαν.
Με αυτό το μέτωπο είναι που συγκρούεται σήμερα η αστική τάξη, αυτή η γραμμή άμυνας που αντιμετωπίζει την επίθεσή της σε όλα τα πεδία, από αυτό των εργασιακών σχέσεων μέχρι το οικονομικό και από αυτό των κοινωνικών δικαιωμάτων μέχρι το πολιτικό.
Εδώ όμως ερχόμαστε πλέον σε ένα άλλο ζήτημα, γιατί το ζητούμενο δεν είναι απλά και μονό η αντίσταση, αλλά η διαμόρφωση μέσα απ' αυτήν όρων και προϋποθέσεων για την εκ νέου συγκροτημένη ανάδειξη των λαϊκών μαζών στο προσκήνιο των εξελίξεων, για τη διαφοροποίηση του συσχετισμού ή ακόμη -σε μια πορεία- για μια νέα έφοδο.
Εδώ και πάλι έχει να μας δώσει κάτι ο Οκτώβρης, Αν η Οκτωβριανή Επανάσταση υπήρξε σαν έφοδος στον ουρανό, τα υλικά της ωστόσο ήταν γήινα και συγκεκριμένα. Πεδίο της το γόνιμο έδαφος της ταξικής πάλης. Πλαίσιό της, που αποτέλεσε και το ευρύτερο στήριγμά της, ο διεθνής της χαρακτήρας. Δύναμή της η συγκρότηση του προλεταριάτου σε τάξη για τον εαυτό της. Οδηγός της αυτή που διαλύοντας τα νεφελώματα άνοιγε δρόμους, η μαρξιστική ιδεολογία.
Όπλο της το κόμμα των μπολσεβίκων, το σφυρηλατημένο στη φωτιά σκληρών αγώνων.
Πολιτική της, αυτή που διαμορφώθηκε στην κατεύθυνση της ασυμβίβαστης και αδιάλλακτης αντιπαράθεσης με το σύστημα από τον Λένιν. Στόχος της η ανατροπή, η συντριβή της αστικής εξουσίας, το άνοιγμα του δρόμου για μια νέα κοινωνία. Όραμά της ο σοσιαλισμός, ο κομμουνισμός.
Παρακαταθήκες που πολλοί τις θέλουν στο ράφι της ιστορίας μαζί με το υποτιθέμενο τέλος της. Όμως αυτές δεν υπήρξαν σαν εγκεφαλικά δημιουργήματα που μπορεί κανείς και να αγνοήσει, κατασκευές μιας χρήσης που μπορούν να παραμεριστούν, παράγωγα μιας συγκυρίας που μπορεί να προσπεράσει. Υπήρξαν σαν ώριμες εκφράσεις μιας αναγκαιότητας που συνεχίζει να υπάρχει.
Σαν κρυσταλλώματα πείρας μακρόχρονων αγώνων των λαών. Σαν αναπτυγμένες εκφράσεις της ταξικής πάλης και σαν απάντηση στις απαιτήσεις της.
Όπως υπήρξαν και στη συνέχεια και για δεκαετίες μέσα στους αγώνες, τις εξεγέρσεις, τις επαναστάσεις που ακολούθησαν.
Όπως υπάρχουν και σήμερα. Όπως τις βλέπουμε να εκδηλώνονται και να υπογραμμίζουν την ύπαρξή τους και να διεκδικούν το ρόλο τους εκεί όπου αυτή η πάλη παίρνει κάποιες διαστάσεις.
Αναμφισβήτητα με όρους ήττας. Αλλά και σε μια διαδικασία επανένωσης και ανασύνθεσής τους και στη βάση των απαιτήσεων της εποχής μας. Ήδη πιστεύουμε ότι κάτι έχει αρχίσει να αλλάζει. Αλλά αυτό είναι θέμα μιας άλλης συζήτησης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου